ποταμεύς

ποταμεύς
-έως, ὁ, Α
(στην Τρίπολη τής Φοινίκης) ο ανατολικός άνεμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποταμός + επίθημα -εύς (πρβλ. ιππ-εύς)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ποταμεύς — the East wind masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποταμοῖν — ποταμεύς the East wind masc gen/dat dual (attic epic doric) ποταμός river masc gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποταμέως — ποταμέω̆ς , ποταμεύς the East wind masc gen sg ποταμεύς the East wind masc nom sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • DODECAGONUM — figuram XII. Vertorum complectens ad exemplum Octagoni. ab Andronico editi, exhibetur a Salmas. ad Solin. p. 1252. Post priscam enim primamqueve rationem, quae ventorum quaternionem ponebat et antiquissimorum fuit temporum, sequenti aetate duae… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ποταμός — Στη φυσική γεωγραφία είναι υδάτινο ρεύμα, που χαρακτηρίζεται από μία σχετική συνέχεια και σταθερότητα τροφοδοσίας και με τομή κοίτης, γενικά, αρκετά ομαλή. Συνήθως αντιδιαστέλλεται από τον χείμαρρο, που έχει πιο ανώμαλους και απότομους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”